Η σχέση μεταξύ γονιού και παιδιού είναι ένα ιδιαίτερο, προσωπικό και ευαίσθητο ζήτημα. Η ιδέα του να δώσει κανείς οδηγίες για τον τρόπο που θα μιλήσει ή θα επικοινωνήσει κανείς δεν μοιάζει σωστή. Το να κάνει κανείς κήρυγμα ή να γίνεται διδακτικός δεν έχει νόημα. Περισσότερο θα μπορούσε να μιλήσει κανείς με ιστορίες σχετικά με την τέχνη της επικοινωνίας μεταξύ γονιών και παιδιών, μεταξύ των μελών μιας οικογένειας.
Ένα άτομο αναλαμβάνει πολλές και ποικίλες ευθύνες κατά την διάρκεια της ζωής του. Η πιο ουσιαστική είναι εκείνη που αφορά στο μεγάλωμα , στην ανατροφή και την διαπαιδαγώγηση του /των παιδιού/ων του, με άλλα λόγια ο γονεϊκός ρόλος και η ευθύνη ώστε αυτός να ασκείται σωστά.
Πώς όμως θα προσδιόριζε κανείς τον όρο «γονέας»; Γονέας θεωρείται το άτομο που αποκτά παιδιά, γεννάει παιδιά ή χρησιμοποιεί τον θεσμό της υιοθεσίας ώστε να αποκτήσει. Οι γονείς θα πρέπει να αναγνωρίζονται ως οι πρώτοι και αναντικατάστατοι παιδαγωγοί ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι μέχρι τα τρία ως πέντε πρώτα χρόνια της ζωής των παιδιών τους διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό η προσωπικότητά τους.
Οι γονείς
- οικοδομούν την αίσθηση της αξιοπρέπειας και της αυτοεκτίμησης αφού το παιδί είναι μοναδικό , ανεπανάληπτο και αναγνωρίζεται ως αυτό που είναι , όχι ως αυτό που μπορεί να δώσει.
- υποστηρίζουν την κοινωνική ένταξη την κοινωνικοποίηση, την συμβίωση με τον συνάνθρωπο
- ενδυναμώνουν το παιδί προς την συναισθηματική σταθερότητα, σμιλεύουν τον χαρακτήρα, καθρεφτίζουν την έννοια της ηθικής και της αισιοδοξίας (διαμέσου λόγου και πράξης)
- αναδεικνύουν τις έννοιες των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, του κοινού καλού, της κοινωνικής ανοχής και της έννοιας του πολίτη
Αν ήθελε να σκεφτεί κανείς σχετικά με τους στόχους της ανατροφής των παιδιών τότε θα μπορούσε να μιλήσει για
- τον στόχο της Επιβίωσης, δηλαδή την φροντίδα της υγείας και της ασφάλειας
- την κινητοποίηση προς την απόκτηση δεξιοτήτων και άλλων προσόντων ώστε να έχουν τα φόντα να εξελιχθούν σε παραγωγικούς – ανεξάρτητους ενήλικες
- τον Πολιτιστικό στόχο, δηλαδή την εσωτερίκευση των βασικών πολιτιστικών αξιών της ομάδας στην οποία ανήκουν, με βλέμμα στις αξίες άλλων διαφορετικών ομάδων.
Οι παράγοντες που διαμορφώνουν την συμπεριφορά των παιδιών θα μπορούσαν να καταγραφούν ως εξής:
- Ψυχολογική κατάσταση των γονιών: στην περίπτωση ύπαρξης ψυχολογικών δυσκολιών/προβλημάτων, δεν υπάρχει ρεαλιστική παρατήρηση και αντιμετώπιση των προβλημάτων των παιδιών. Αντίθετα, οι γονείς αντιλαμβάνονται και εισπράττουν τα προβλήματα περισσότερο αρνητικά από ό, τι είναι στην πραγματικότητα αντιδρώντας εν συνεχεία δυσανάλογα
- Γονική αντίληψη της συμπεριφοράς του παιδιού: πόσο αντικειμενική είναι η άποψη που έχει ο γονιός για το παιδί του και την συμπεριφορά που αυτό επιδεικνύει; (ψυχολογική κατάσταση γονέων, συζυγικά προβλήματα, προσδοκίες, μειωμένη ανοχή σε κάποιες συμπεριφορές)
- Σχέση γονέων ως ζευγάρι: αν υπάρχουν έντονες δυσκολίες, τότε δεν μπορούν να ασχοληθούν σωστά και να αντιμετωπίσουν έγκαιρα ζητήματα που μπορεί να προκύψουν και δυσκολεύουν τα παιδιά. Αναλώνουν ελάχιστο ή καθόλου χρόνο σε κοινές δραστηριότητες. Γενικά, είναι ελάχιστα «ψυχολογικά παρόντες» στην σχέση με το παιδί.
- Σχέσεις με άλλους : ελάχιστες κοινωνικές επαφές των γονέων (οικογένεια ως κλειστό σύστημα) και αρνητικές εξωοικογενειακές εμπειρίες επηρεάζουν την συμπεριφορά
- η ίδια η συμπεριφορά του παιδιού : πολλές φορές οι γονείς δυσκολεύονται όταν έχουν να αντιμετωπίσουν έντονα προβλήματα συμπεριφοράς και καταφεύγουν σε μη πλαισιωμένες, μη ελεγχόμενες και αρνητικές παρεμβάσεις. Οι αντιδράσεις αυτές λειτουργούν ως βάση για ανατροφοδότηση στο παιδί και επηρεάζουν την περαιτέρω ανάπτυξη. Δημιουργείται λοιπόν μια κυκλική λειτουργία κατά την οποία ο γονέας διαμορφώνει την συμπεριφορά του παιδιού η οποία με την σειρά της καθορίζει εν μέρει τον τρόπο με τον οποίο το κάνει αυτό ο γονέας.
Σε κάθε περίπτωση , ο γονέας είναι το βασικό και κύριο σημείο αναφοράς των παιδιών. Στα πρώτα χρόνια αποτελεί πρότυπο εξιδανικευμένο, στην συνέχεια αποκτά πραγματικές «ανθρώπινες διαστάσεις για να αποκαθηλωθεί κατά την περίοδο της εφηβείας.
Η γονεϊκή φροντίδα προϋποθέτει αλληλεπίδραση μεταξύ δύο μερών και οφείλει να επεκτείνεται και σε άλλους θεσμούς (εκπαιδευτικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς).
Είναι σημαντικό για τους γονείς να ενδυναμώνονται στην άσκηση του ρόλου τους ώστε να νιώθουν πιο ασφαλείς, πιο σίγουροι, πιο αισιόδοξοι. Δεν μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι υπάρχει «καλός» ή «κακός» γονιός. Καλύτερα θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε την άποψη περί «αρκετά καλού» γονιού. Σίγουρα πάντως δεν υπάρχει ο τέλειος ή ο ιδανικός γονιός.
Ο «αρκετά καλός» γονιός είναι εκείνος που καταφέρνει να είναι αποτελεσματικός όχι μόνο για το παιδί του αλλά και για τον ίδιο. Να μπορεί να παίρνει ευχαρίστηση από τον ρόλο του, να ικανοποιεί ανάγκες δικές του και του παιδιού οδηγώντας την σχέση σε ισορροπία.
Add Comment